Η υπόθεση της Λούσι Λέτμπι, που καταδικάστηκε για τη δολοφονία επτά νεογνών και την απόπειρα δολοφονίας άλλων οκτώ, έρχεται ξανά στο προσκήνιο στη Βρετανία, καθώς η υπεράσπισή της ξεκινά τη διαδικασία για την αναίρεση της καταδίκης της.
Ομάδα διεθνών εμπειρογνωμόνων επανεξέτασε τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στη δίκη και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κανένα από τα μωρά δεν δολοφονήθηκε.
Η νοσοκόμα, που εργαζόταν στη μονάδα νεογνών του Countess of Chester Hospital στο Τσέστερ μεταξύ Ιουνίου 2015 και Ιουνίου 2016, είχε καταδικαστεί σε 15 ποινές ισόβιας κάθειρξης χωρίς δικαίωμα αποφυλάκισης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, αρνήθηκε κάθε κατηγορία, αλλά δεν της δόθηκε η δυνατότητα να ασκήσει έφεση.
Από τότε, νέες ιατρικές αναλύσεις έχουν προκαλέσει αμφιβολίες για την ενοχή της, καθώς ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στη δίκη είχαν σοβαρές αδυναμίες.
Ο συνήγορός της, Μαρκ ΜακΝτόναλντ, τόνισε πως τα νεότερα ευρήματα «καταρρίπτουν» την υπόθεση, υπογραμμίζοντας: «Υπάρχουν συντριπτικά αποδεικτικά στοιχεία ότι η καταδικαστική απόφαση δεν είναι ασφαλής… Αν οι εμπειρογνώμονες έχουν δίκιο, δεν διαπράχθηκε κανένα έγκλημα».
Η υπεράσπιση της Λέτμπι έχει πλέον υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή Αναθεώρησης Ποινικών Υποθέσεων, που ερευνά περιπτώσεις πιθανών δικαστικών σφαλμάτων.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, οι εισαγγελείς υποστήριξαν ότι η νοσοκόμα σκότωσε τα βρέφη διοχετεύοντας ινσουλίνη ή αέρα στην κυκλοφορία του αίματος ή μέσω αναγκαστικής σίτισης με γάλα.
Ωστόσο, ο νεογνολόγος Σου Λι, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Τορόντο, ο οποίος έχει καταγγείλει κατάχρηση της έρευνάς του στη δίκη, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στο Λονδίνο ότι ομάδα 14 διεθνών εμπειρογνωμόνων ανέλυσε τα ιατρικά στοιχεία και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξαν εγκληματικές ενέργειες.
Αντίθετα, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι θάνατοι και οι τραυματισμοί των βρεφών οφείλονται είτε σε φυσικά αίτια είτε σε ιατρικά λάθη.
«Συνοψίζοντας, κυρίες και κύριοι, δεν βρήκαμε δολοφονίες. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο θάνατος ή ο τραυματισμός οφειλόταν σε φυσικά αίτια ή σε κακή ιατρική φροντίδα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Σου Λι.
Εκπρόσωπος της Επιτροπής Αναθεώρησης Ποινικών Υποθέσεων δεν μπόρεσε να διευκρινίσει πόσος χρόνος θα απαιτηθεί για την επανεξέταση της υπόθεσης.