Οι ειδικοί συστήνουν συνεχώς την αυξημένη κατανάλωση ψαριών στην καθημερινή διατροφή, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Σύμφωνα με το Ίδρυμα Ισπανικής Καρδιολογίας (FEC), το ψάρι είναι πλούσιο σε υψηλής βιολογικής αξίας πρωτεΐνες, βιταμίνες Β, Α και Δ, καθώς και σε ιώδιο, φώσφορο, κάλιο, μαγνήσιο και ασβέστιο (αν καταναλωθεί με τα κόκαλα), καθιστώντας την πέψη του εύκολη λόγω της χαμηλής περιεκτικότητάς του σε συνδετικό ιστό.
Παρόλα αυτά, πολλοί καταναλωτές προτιμούν ψάρια που δεν είναι τόσο υγιεινά, όπως ο καπνιστός σολομός, τα καβουροπόδαρα και τα ψαρομπαστούνια, τα οποία μπορεί να είναι επιβλαβή για την υγεία. Επιπλέον, οι ειδικοί προτείνουν την αποφυγή συγκεκριμένων ψαριών με χαμηλή θρεπτική αξία ή ψαριών που προέρχονται από μολυσμένα νερά.
Τα τρία ψάρια που πρέπει να αποφεύγονται είναι:
– Τιλάπια: Αν και φθηνή, η τιλάπια έχει χαμηλή θρεπτική αξία με μόνο 130 θερμίδες ανά 100 γραμμάρια. Συχνά προέρχεται από την Κίνα, όπου εκτρέφεται σε μεγάλες ιχθυοκαλλιέργειες. Μπορεί να αντικατασταθεί από τον μπακαλιάρο, που έχει μεγαλύτερη θρεπτική αξία.
– Πάνγκα: Προέρχεται κυρίως από την Ασία, ειδικά από τον ποταμό Μεκόνγκ στη νοτιοανατολική Ασία, ένα από τα πιο μολυσμένα νερά στον κόσμο.
– Πέρκα: Καταναλώνεται συχνά σε παναρισμένες και μαγειρεμένες συνταγές, αλλά η Οργάνωση Καταναλωτών και Χρηστών (OCU) συνιστά από το 2017 να αποφεύγεται η πέρκα από τη λίμνη Βικτόρια στην Αφρική λόγω υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων και ίχνων υδραργύρου στα φιλέτα της, αν και εντός νόμιμων ορίων.
Οι ειδικοί συμβουλεύουν να προτιμώνται ψάρια τοπικής προέλευσης με υψηλή διατροφική αξία και να αποφεύγονται ψάρια από μολυσμένα νερά.